Στη βορειοδυτική πλευρά του Ιερού Βράχου
Στη σκιά στη βορειοδυτική πλευρά του Ιερού Βράχου
του η συντρόφισσα της Λυσιστράτης, Μυρρίνη, άφησε στα κρύα του λουτρού τον σύζυγό της Κινησία μένοντας πιστή στον όρκο σεξουαλικής αποχής που είχε δώσει ώστε να πιεστούν οι άνδρες και να σταματήσουν τον πόλεμο. Στις κόγχες του οι Αθηναίοι άφηναν λιχουδιές και δώρα για τον θεό που έβαλε το χέρι του ώστε να νικήσουν τους Πέρσες στη Μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. Στα τοιχώματά του τα πιτσιρίκια που έπαιζαν στην περιοχή ανακάλυψαν μια τοιχογραφία ενός αγίου το όνομα του οποίου δεν γνώριζαν και έτσι άρχισαν να λατρεύουν εκεί τον δικό τους άγιο: τον Άγιο Αλανιάρη.
Είναι ένα από τα πολλά σπήλαια που χάσκουν στη βορειοδυτική πλευρά του Ιερού Βράχου και ήταν αφιερωμένο στον τραγοπόδαρο θεό προστάτη των βοσκών, των δασών και των κυνηγών και ακούραστο εραστή, Πάνα. Πώς βρέθηκε όμως ο γιος του Ερμή —και κατ’ άλλους του Ουρανού ή του Διός— που γεννήθηκε στα αρκαδικά βουνά να λατρεύεται στα ριζά του βράχου της Ακρόπολης, στην καρδιά της Αθήνας;
Η ιστορία αρχίζει να ξετυλίγεται τις κρίσιμες ώρες πριν από τη μάχη του Μαραθώνα. Οι Αθηναίοι χρειάζονται βοήθεια και στέλνουν αγγελιαφόρο στη Σπάρτη τον Φειδιππίδη για να ζητήσει τη συνδρομή των Λακεδαιμονίων. Εκείνοι προφασίζονται πως δεν μπορούν να συνδράμουν τους Αθηναίους λόγω κάποιας θρησκευτικής τελετής. Ο Φειδιππίδης παίρνει τον δρόμο της επιστροφής βαθιά προβληματισμένος για το τι μέλλει γενέσθαι.
Στον δρόμο του, όπως μαρτυρεί και ο Ηρόδοτος, συναντά τον Πάνα που του υπόσχεται πως θα στηρίξει τον αγώνα των Αθηναίων. Πράγματι εμφανίστηκε στο πεδίο της μάχης και άρχισε να φωνάζει δυνατά και επαναλαμβανόμενα το όνομά του. Οι Πέρσες τρόμαξαν υπερβολικά και οι Αθηναίοι εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να κερδίσουν τη μάχη.
Όταν τελείωσε η πολεμική περιπέτεια, το 490 π.Χ., οι Αθηναίοι επέλεξαν το συγκεκριμένο σπήλαιο για να τιμήσουν τον θεό που τους υποστήριξε. Λάξεψαν πάνω στον βράχο μικρές κόγχες για να αποθέτουν τις προσφορές τους: ειδώλια, μικρά γλυκά από μέλι και γάλα, αλλά και ανάγλυφα που απεικονίζουν τον τιμώμενο θεό μαζί με τον —κατά μία εκδοχή— πατέρα του Ερμή ή με Νύμφες, ενώ ίδρυσαν και άλλα μικρά ιερά για τη λατρεία του στην Πάρνηθα, στη Βάρη και τον Μαραθώνα.
Το σπήλαιο του θεού που συμβόλιζε την ασυγκράτητη σεξουαλική ορμή επέλεξε και ο Αριστοφάνης για να τοποθετήσει τη σκηνή όπου ο Κινησίας επιχειρεί να ρίξει στο κρεβάτι τη σύζυγό του Μυρρίνη, χωρίς επιτυχία, στη «Λυσιστράτη».
Με την επικράτηση του χριστιανισμού μετατράπηκε —όπως σχεδόν όλα τα αρχαία ιερά— σε εκκλησία και αφιερώθηκε στον Άγιο Αθανάσιο, αλλά με τον καιρό, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, εγκαταλείφθηκε. Τα παιδιά της γειτονιάς που έπαιζαν εκεί γύρω κατά τον 19ο αιώνα ανακάλυψαν μια ξεθωριασμένη τοιχογραφία από την εποχή που το σπήλαιο λειτουργούσε ως εκκλησία, αλλά ουδείς μπορούσε να αναγνωρίσει σε ποιον άγιο ανήκε η μορφή. Έτσι, αποφασίστηκε να βαφτιστεί Άγιος Αλανιάρης, καθώς τον είχαν ανακαλύψει τα αλάνια της περιοχής.
Και αφού επίσημη γιορτή δεν υπήρχε για αυτό τον ιδιότυπο άγιο οι κάτοικοι είχαν επιλέξει να γιορτάζουν τη μνήμη του το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, όταν έφταναν στον χώρο με αναμμένες λαμπάδες και έστηναν γιορτή με κρασί και φαγητό. Τελετή που διατηρήθηκε έως τα μέσα της δεκαετίας του 1930, οπότε και ο χώρος αποκλείστηκε με περίφραξη.