Γράφει
o Χρήστος Κουτσογιαννόπουλος
Ταξίαρχος(εα)
MA.Διεθνείς Σχέσεις PhD.Επιχειρησιακή Οργάνωση.
Σύμφωνα με δηλώσεις του καθηγητή Yüce Altınbaşak επικεφαλής του Τουρκικού Κρατικού Ινστιτούτου Επιστημονικής Έρευνας (TÜBİTAK) στην εφημερίδα Χουριέτ η Τουρκία θα προχωρήσει το πυραυλικό της πρόγραμμα επενδύοντας ακόμη 100 εκατομμύρια δολάρια ώστε το 2016 να κατασκευάσει πύραυλο με εμβέλεια 2.500 χιλιομέτρων.
Η σχετική απόφαση πάρθηκε σε ανώτατο επίπεδο μετά από εισήγηση του ίδιου του Τούρκου πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός σε ομιλία του στη συνεδρίαση της επιτροπής Υψηλής Τεχνολογίας δήλωσε «Το Ιράν κατασκεύασε πυραύλους με εμβέλεια 2500 χιλιομέτρων. Οι δικοί μας πύραυλοι πόση εμβέλεια έχουν; 150 χιλιόμετρα 300 χιλιόμετρα.
Αυτό δεν μπορεί να είναι έτσι πρέπει να το βελτιώσουμε.
Το Ιράν το κατάφερε αυτό, γιατί να μην το κάνουμε κι εμείς;» και ζήτησε από τους ιθύνοντες της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας να ξεκινήσουν τις εργασίες για την κατασκευή του τουρκικού πυραύλου των 2.500 χιλιομέτρων.
Η Τουρκία κατάφερε να αναπτύξει βαλλιστική τεχνολογία με κινεζική βοήθεια που δόθηκε κατά την δεκαετία του1990.
Ο βαλλιστικός πύραυλος Yildirim J-600Τ block 1 ήταν ο πρώτος που κατασκευάστηκε με ακτίνα δράσης τα 150 χιλιόμετρα. Συνεχίζοντας το πυραυλικό της πρόγραμμα η Τουρκία με σχεδίαση εγχώριων αμυντικών βιομηχανιών και σε συνεργασία με κινεζικές ανέπτυξε τον Yildirim block 2 με ακτίνα δράσης τα 300 χιλιόμετρα
Ο Τουρκικός Στρατός παρουσίασε επίσημα τον Yildirim block 2 στην παρέλαση της 30ής Αυγούστου 2007.
Στρατιωτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι μια τέτοια απόφαση για ανάπτυξη πυραύλου με εμβέλεια 2.500 χλμ θα παραβιάσει τις δεσμεύσεις της συνθήκης Missile Technology Control Regime (MTCR) για συστήματα έως 500 χιλιόμετρα και 300 kg μεταφορικής ικανότητας και θα έχει ευρύτερες επιπτώσεις στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ αλλά και άλλες χώρες στην περιοχή.
Επί πλέον επισημαίνουν ότι ο πραγματικός στόχος της Τουρκίας είναι να γίνει πυρηνική δύναμη αποκτώντας ανάλογη τεχνολογία εισάγοντας τα απαραίτητα υλικά και κατασκευάζοντας πυρηνικό όπλο και τον φορέα εκτόξευσης παράλληλα.
Σε μια τέτοια περίπτωση η Τουρκία θα αντιμετωπίσει μεγάλες δυσκολίες στην απόκτηση της σχετικής τεχνογνωσίας αλλά και απαρτίων για την κατασκευή των πυραύλων που είναι δύσκολο ή και αδύνατον να κατασκευαστούν εγχώρια.
Η Ελλάδα προκειμένου να ενισχύσει την αποτρεπτική της ικανότητα στο πυραυλικό πρόγραμμα της Τουρκίας θα αναγκαστεί να προμηθευτεί πυραυλικά και αντιπυραυλικά συστήματα. Στο παρελθόν είχε εκδηλωθεί έντονο ελληνικό ενδιαφέρον για το ρώσικο πυραυλικό σύστημα Iskander-E το οποίο αποτελεί την εξαγωγική έκδοση του Iskander-M (SS-26 Stone κατά ΝΑΤΟ).
Το κορυφαίο ρωσικό σύστημα παρουσιάστηκε επίσημα στο ΓΕΣ όταν έγινε γνωστό το τουρκικό πρόγραμμα ανάπτυξης βαλλιστικών βλημάτων ενώ σύμφωνα με πληροφορίες, μετά τη δημόσια παρουσίαση του Yildirim block 2 στην παρέλαση της 30ης Αυγούστου 2007 το ΓΕΕΘΑ προχώρησε στη διενέργεια μελέτης επιχειρησιακής αναγκαιότητας-σκοπιμότητας για την απόκτηση πυραυλικών και αντιπυραυλικών συστημάτων.
Το Iskander-M είναι τακτικό βαλλιστικό βλήμα υψηλής ακρίβειας κατάλληλο για προσβολή στρατηγικών στόχων. Ενδεικτικά αναφέρονται συστοιχίες αντιαεροπορικής άμυνας κέντρα διοίκησης και ελέγχου, αεροδρόμια, ραντάρ μονάδες πυροβολικού, συστοιχίες βλημάτων εδάφους-εδάφους, μηχανοκίνητοι σχηματισμοί.
Έχει βάρος εκτόξευσης 3.800 κιλά, χρησιμοποιεί πυραυλοκινητήρα στερεού προωθητικού μονού σταδίου για τη μεταφορά μέσω προηγμένου συστήματος καθοδήγησης μοναδιαίας πολεμικής κεφαλής 480 κιλών ή κεφαλή διασποράς υποπυρομαχικών σε μέγιστο βεληνεκές 280 χιλιομέτρων εντός των ορίων που προβλέπει η συνθήκη MTRC.
Το όχημα εκτόξευσης SPU-9P78 είναι τροχοφόρο 8×8 με δυνατότητα κίνησης εκτός οδού και μεταφέρει δύο βλήματα τα οποία μπορούν να πυροδοτηθούν με διαφορά ενός λεπτού.
Τέλος σημειώνεται ότι η αποτελεσματικότητα των Yildirim block 2 και block 3 αργότερα με τη χρήση συμβατικών κεφαλών η πυρηνικών πρεπει να ληφθει σοβαρά υπ όψιν απο τις Ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις από τη στιγμή που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για πλήγματα σε κέντρα διοίκησης και επικοινωνιών, αποθήκες πυρομαχικών και καυσίμων, ναυστάθμους στα στατικά συστήματα αεράμυνας ή ακόμα και σε αστικές και βιομηχανικές περιοχές της χώρας, δημιουργώντας και τον ανάλογο ψυχολογικό αντίκτυπο.