Tου Σταύρου Τζίμα
Ενα από τα θέματα που θέτουν μονίμως οι Αλβανοί γείτονές μας στην ατζέντα των σχέσεων με την Ελλάδα και το οποίο επανέφερε με δηλώσεις του ο ΥΠΕΞ Μπουσάτι στη συνάντησή του με τον Ευάγγελο Βενιζέλο τη Δευτέρα, στα Τίρανα, είναι αυτό της κατάργησης του «εμπολέμου».
Τι ακριβώς είναι αυτό; Ενα καθεστώς που επιβλήθηκε από την ελληνική πλευρά με βασιλικό διάταγμα του 1940 στις σχέσεις με την Αλβανία, αμέσως μετά την εισβολή διαμέσου των εδαφών της ιταλικών στρατευμάτων από τις γραμμές των οποίων πολέμησαν και αλβανικά στρατιωτικά τμήματα.
Η Ελλάδα, επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου, με απόφαση υπουργικού συμβουλίου κατόπιν εισηγήσεως του τότε ΥΠΕΞ Κάρολου Παπούλια, κατήργησε στις 28 Αυγούστου του 1987 το «εμπόλεμο», βελτιώνοντας θεαματικά το κλίμα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Οι Αλβανοί, παρότι εκτίμησαν ως πολύ θετική τη χειρονομία της Αθήνας και έκτοτε η δημοφιλία του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας εκτοξεύτηκε στα ύψη, επιμένουν να περάσει η άρση και από την ελληνική Βουλή, η οποία όμως δεν ήταν αυτή που την επέβαλε για να την καταργήσει τώρα με νέα απόφαση. Οι καλοί μας γείτονες φωνάζουν για το δικό μας «εμπόλεμο», αφήνοντας υπόνοιες πως υποκρύπτει εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της χώρας τους αλλά κρύβουν επιμελώς ότι υπάρχει και από την πλευρά τους «εμπόλεμο» με την Ελλάδα, το οποίο δεν έχουν καταργήσει.
Περί τίνος πρόκειται; Τον Απρίλιο του 1939 η αλβανική βουλή, επί βασιλείας Ζώγου και ιταλικής κατοχής, αποφάσισε πως όποια χώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία θεωρείται αυτομάτως εχθρική και για την Αλβανία. Σε αυτό το πνεύμα, και με όραμα την προσάρτηση ελληνικών εδαφών σε περίπτωση νίκης του Αξονα, μαζί με τις ιταλικές μεραρχίες εισέβαλαν στην Ελλάδα και εφτά τάγματα του αλβανικού στρατού.
Το 1944 ο Ενβέρ Χότζα στο συνέδριο της Πρεμετής, όπου έθεσε τις βάσεις του κομμουνιστικού κράτους, διακήρυξε την ακύρωση όλων των αποφάσεων των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Ηρθε όμως τον Ιούλιο του 1992 η κυβέρνηση Μπερίσα να ακυρώσει με τη σειρά της τις αποφάσεις του κομμουνιστικού καθεστώτος και να επαναφέρει εκείνες των κυβερνήσεων Ζώγου.
Καμία όμως βουλή, ούτε η κομμουνιστική ούτε οι μετέπειτα δημοκρατικές, δεν αποφάσισε να καταργήσει διά νόμου εκείνη που ψήφισε το «αλβανικό εμπόλεμο» με την Ελλάδα. Με βάση, λοιπόν, τη λογική των Τιράνων, θα πρέπει και η αλβανική πλευρά, αντί να φωνάζει και να καλλιεργεί καχυποψία, να πράξει πρώτα η ίδια αυτό που αξιώνει από την ελληνική.
Οχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά διότι και η Ελλάδα νομιμοποιείται να κάνει σκέψεις για αλβανικές εδαφικές βλέψεις (Τσαμουριά) επί της επικράτειάς της. Αυτές οι ιστορικές σκιαμαχίες όμως δεν οδηγούν πουθενά.