Θεσσαλία, Μόψιον. Περίπου 350 π.Χ., 20 mm.
Πρόσθια ὄψη: Κεφαλὴ Διός
Ὀπίσθια ὄψη: Ὁ Μόψος ὁ Λαπίθης, ἀντιμετωπίζει καὶ ἐτοιμάζεται νὰ χτυπήσει Κένταυρο ποὺ ἐπιχειρεῖ νὰ τὸν πλήξῃ μὲ ἕναν βράχο…
Κατὰ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία ὁ Μόψος ὁ Λαπίθης ἦταν ὁ ἐπώνυμος ἥρωας τοῦ Μοψίου, μικρῆς ἀρχαίας πόλης στοὺς δυτικοὺς πρόποδες τῆς Ὄσσας. Εἶχε λάβει ἀπὸ τὸν Ἀπόλλωνα τὸ χάρισμα νὰ καταλαβαίνῃ τὴ γλῶσσα τῶν πουλιῶν. Ἔλαβε μέρος στὴ Μάχη Λαπίθων καὶ Κενταύρων, καὶ στὴν Ἀργοναυτικὴ ἐκστρατεία.
Χλόη
Περισσότερα γιὰ τὸν Μόψο ποὺ πραγματικὰ ἀξίζει νὰ διαβαστοῦν:
Μόψος ο Λαπίθης
Κατά την ελληνική μυθολογία ο Μόψος ο Λαπίθης ήταν ο επώνυμος ήρωας του Μοψίου, μικρής αρχαίας πόλεως στους δυτικούς πρόποδες της Όσσας.
Ο Μόψος γεννήθηκε στην Τιταρησσό ή – μετέπειτα – Εύρωπος και – σήμερα – Σαραντάπορος[1] της Θεσσαλίας, γιαυτό και ονομαζόταν επίσης Τιταρήσιος ή Τιταιρώνειος. Αναφέρεται ως γιος του Αμπύκου ή Άμπυγα και της Χλωρίδας. Στα «άθλα επί Πελία» (βλ. Πελίας) που εικονίζονται στη Λάρνακα του Κυψέλου, παριστάνεται δίπλα στον Άδμητο ως πυγμάχος.
Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ο Μόψος ήταν βασιλιάς της Θράκης που σκότωσε την Αμαζόνα βασίλισα Μυρίνη σε μονομαχία, σταματώντας με αυτόν τον τρόπο αλλά και με την βοήθεια του Σκύθη Σίπυλου, την εισβολή των Αμαζόνων.
Ο Μόψος έλαβε μέρος στην Μάχη Λαπίθων και Κενταύρων, ενώ σύμφωνα με τον Οβίδιο έλαβε μέρος και στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου.[2]
Μνημονεύεται επίσης ως μάντης των Αργοναυτών: Ο Μόψος και ο Ίδμων ήταν μάντες που συνόδεψαν τους Αργοναύτες και ο μοναδικός που ήξερε να ερμηνεύει την γλώσσα των πουλιών, τέχνη που είχε διδαχτεί από τον Απόλλωνα. Στην Αργοναυτική Εκστρατεία καθόρισε στους Αργοναύτες την στιγμή κατά την οποία τα «σημάδια» ήταν ευνοϊκά για να επιβιβασθούν στο πλοίο για το μεγάλο ταξίδι τους. Ο ίδιος εξάγνισε τους Αργοναύτες μετά τον φόνο του βασιλιά Κυζίκου. Ο Μόψος εξάλλου συνόδευσε τον Ιάσονα στον ναό της Εκάτης.
Κατά την επιστροφή των Αργοναυτών όμως τον κυνήγησαν με μανία η Γοργώνα και η Μέδουσα. Για να ξεφύγει, κατέφυγε στην έρημο της Λιβύης, αλλά εκεί τον δάγκωσε μια οχιά που βγήκε από μια σταγόνα αίματος της Μέδουσας που έπεσε στην γη. Η Μήδεια έκανε μάγια, αλλά δεν κατάφερε να τον σώσει, και έτσι πέθανε από το δάγκωμα του φιδιού. Οι Αργοναύτες τον ενταφίασαν σε έναν μνημείο στην άκρη της θάλασσας, όπου αργότερα κτίστηκε ναός.[3] Σύμφωνα με μία παραλλαγή, ο Μόψος σε κάποιο συμβάν χώρισε από τους Αργοναύτες και πήγε μόνος του στην Αφρική.
Το ιστορικό πρόσωπο
Το 1946-47 ανακαλύφτηκε στον αρχαιολογικό χώρο της Karatepe-Arslantaş της άλλοτε Κιλικίας μιά δίγλωση ιερογλυφική επιγραφή στην Λουβιανή και στην Φοινικική γλώσσα. Με βάση το κείμενο αυτής της επιγραφής οι ιστορικοί θεωρούν πιθανή την ύπαρξη ιστορικού προσώπου του Μόψου.[4] Η επιγραφή χρονολογείται από το 700 π.Χ. περίπου. Το πρόσωπο που μιλάει ονομάζεται ’-z-t-w-d στα Φοινικικά ή Azatiwataš στα Λουβιανά και δηλώνει ότι είναι ο βασιλιάς των d-n-n-y-m στα Φοινικικά ή Hiyawa στα Λουβιανά, της δυναστείας του «οίκου του M-p-š στα Φοινικικά και Mukšuš στα Λουβιανά. Προφανώς πρόκειται για απόγονο ή διάδοχο του Μόψου. Το όνομά του στα Φοινικικά θυμίζει μια κατά τον Όμηρο ονομασία των Ελλήνων, τους Δαναούς, ενώ το Hiyawa θυμίζει τον Λουβιανό Ahhiyā(wa) που σύμφωνα με τις κυριαρχούσες εκτιμήσεις στην γλώσσα των Χετταίων σημαίνει Αχαιός και κάτοικος της Μυκηναϊκής αποικίας στην Μικρά Ασία.
Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αποδίδουν στον Μόψο σημαντικό ρόλο κατά την ίδρυση αποικίας στην Παμφυλία.[5]
Μιά άλλη επιγραφή των Χετταίων που βρέθηκε στο Βογάτζκαλε της σημερινής Τουρκίας που παλιά ήταν η Χαττούσα, η πρωτεύουσα των Χετταίων αναφέρει ένα πρόσωπο με το όνομα Mukšuš σε σχέση με τον Βασιλιά Madduwattaš της Arzawa και τον Attaršiyaš της Ahhiyā. Επειδή το κείμενο είναι της εποχής της βασιλείας του Χετταίου αυτοκράτορα Arnuwanda III, μερικοί αρχαιολόγοι[6] συσχετίζουν το πρόσωπο του Μόψου με τους Λαούς της Θάλασσας που είχαν επιτεθεί στην Αίγυπτο τον 12ο π.Χ. αιώνα, ενώ το d-n-n-y-m ερμηνεύεται ως λαός Denyen που ήταν ένας από τους Λαούς της θάλασσας. Η άποψη αυτή δεν είναι όμως γενικά αποδεκτή.[7]
βικιπαιδεία