Ο Πυθαγόρας, ο μεγαλύτερος Έλλην φιλόσοφος, μύστης και πανεπιστήμων της ιστορικής αρχαιότητος, αλλά και της παγκοσμίου διανοήσεως, εγεννήθη στην Σάμον, περί τα έτη –580 και –579. Γονείς του ήταν ο Μνήσαρχος ή Μνήμαρχος και η Πυθαΐδα ή Παρθενίδα. Όπως μας πληροφορεί ο Νεοπυθαγόρειος Ιάμβλιχος, η γέννησίς του προαναγγέλθηκε στους γονείς του με χρησμό του Πυθίου Απόλλωνος. Από το γεγονός αυτό της προφητεύσεως της γεννήσεώς του από την ιέρειαν του Πυθίου Απόλλωνος, πήρε και το όνομά του Πυθαγόρας.
Ο Πυθαγόρας είναι ο πρώτος, ο οποίος ονομάσθηκε φιλόσοφος και στην ουσίαν ο όρος αυτός καθιερώθηκε με την εμφάνισίν του. Σαν όρος η φιλοσοφία, νοείται από τους Πυθαγόρειους, ως η τάσις της ψυχής να προσεγγίσει το ιδεώδες της σοφίας, το οποίον είναι ιδίωμα θεϊκόν και όχι ανθρώπινον!
Πέραν των άλλων πληροφοριών διά το πρόσωπον του μεγάλου αυτού ανδρός, οι οποίες λίγο-πολύ είναι γνωστές ή είναι δυνατόν να αναζητηθούν με ευκολία σε μία πλειάδαν αξιόλογων μελετών και άρθρων, θα αναφερθώ εδώ σε μερικές αναφορές από τον βίον του μεγάλου μύστου και φιλοσόφου πανεπιστήμονος, τις οποίες συναντούμε μέσα στο έργον του Ιάμβλιχου «Περί του Πυθαγορικού Βίου», και αναφέρονται στην άποψιν του Πυθαγόρα περί των μετενσαρκώσεων της ψυχής. Είναι δε χαρακτηριστικές της βαθειάς γνώσεως της ουσίας των πραγμάτων και της κατανοήσεως της υπάρξεως και της αλληλεπιδράσεως των δύο συμπλεκομένων κόσμων του «ταυτού» και του «θατέρου», όπως και των συνεχών κύκλων της ψυχής, τις οποίες είχεν ο μεγάλος μας μύστης.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την αναφοράν, ο Πυθαγόρας είχε γνώσιν των προηγουμένων βίων, τόσον του ιδίου, όσον και των ανθρώπων με τους οποίους ερχόταν σε επαφήν!
Στην αρχαιότηταν, οι άνθρωποι, οι οποίοι είχαν αυτήν την ιδιότηταν, αποκαλούνταν «ιεροί άνδρες» και θεωρούνταν ότι ήταν εκείνες οι ψυχές, οι οποίες βίωναν την τελευταία, ή μία από τις τελευταίες ενσαρκώσεις τους.
Ό Πυθαγόρας λοιπόν πίστευε ότι η πρώτη ασχολία των ανθρώπων, έπρεπε να είναι η προσπάθεια απελευθέρωσης της ψυχής τους από τα δεσμά της ύλης, μέσα από την αυτογνωσίαν, η οποία επιτυγχάνεται με την συνεχήν άσκησιν στην εγκράτειαν και στην πνευματικήν ζωήν. Μέσα από αυτήν την άσκησιν μπορούν να ενεργοποιηθούν οι μνήμες των ανθρώπων, οι οποίες θα τους οδηγήσουν στην γνώσιν και στην επαφήν τους με τον Θείον. Προς τον σκοπόν αυτόν συνήθιζε να επαναφέρει στην μνήμην πολλών από τους μαθητάς του την προηγούμενη ζωήν, στην οποίαν έζησεν η ψυχή τους πριν φυλακιστεί στο τελευταίο τους σώμα!
Ο ίδιος έλεγε και υπεστήριζε με αδιάσειστα τεκμήρια, ότι είχεν υπάρξει σε προηγούμενη ζωή του ως ο Εύφορβος, ο υιός του Πάρθου, Δάρδανος από την Φρυγίαν, ο οποίος κατά την μονομαχίαν του Πατρόκλου με τον Έκτορα, μπροστά από τις Σκαιές Πύλες του Ιλίου, είχε τραυματίσει τον Πάτροκλον, ερχόμενος πίσω του, με δόρυ στην μέση των ώμων και έγινε η αιτία να θανατωθεί ο πληγωμένος σύντροφος του Αχιλλέως από τον Έκτορα!
Μάλιστα συνήθιζε να τραγουδάει, παίζοντας λύρα, τους στοίχους εκείνους του Ομήρου, οι οποίοι αφορούσαν στον θάνατον του ιδίου ως Ευφόρβου από τον Μενέλαο στην μάχην, η οποία επακολούθησε διά την κατοχήν του σώματος του Πατρόκλου! (Ιλιάς, Ραψωδία Ρ, 50-60).
Έκανε δε και την περιγραφή της ασπίδος του Ευφόρβου, την οποίαν οι Έλληνες επιστρέφοντας από τον Τρωϊκόν πόλεμον, αφιέρωσαν μαζί με τα Τρωϊκά λάφυρα στον ναόν της Αργείας Ήρας.
Επίσης υπάρχει η αναφορά ότι ο Πυθαγόρας υπενθύμισε στον Μυλλία τον Κροτωνιάτην, ότι σε προηγούμενη ζωή του ήταν ο Μίδας, υιοθετημένος υιός του Γορδίου και βασιλιάς της Φρυγίας και ο Μυλλίας ταξίδεψε κατόπιν παραινέσεώς του στην Φρυγία διά να τελέσει στον τάφο του πατρός του, όσα τον είχε συμβουλεύσει.
Αυτές οι πληροφορίες, τις οποίες μας μεταφέρει ο Ιάμβλιχος, δείχνουν ότι, εκτός των άλλων ιδιοτήτων τις οποίες είχεν ο Πυθαγόρας, εγνώριζε και τις προηγούμενες ζωές του και ότι φροντίζοντας διά την προετοιμασίαν των μαθητών του, τους υπενθύμιζε τις προηγούμενες ζωές, στις οποίες είχε θητεύσει η ψυχή τους, θεωρώντας την ανάμνησιν της ψυχής, ως κινητήριον δύναμιν στην ανοδικήν της προσπάθειαν!
Διά τον μεγάλον αυτόν φιλόσοφον, μύστην και πανεπιστήμονα, ο Εμπεδοκλής, αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του σαν θεόσταλτη δωρεά, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Ήν δέ τις έν κείνοισιν ανήρ περιώσια ειδώς,
ός δή μήκιστον πραπίδων εκτήσατο πλούτον,
παντοίων τε μάλιστα σοφών επιήρανος έργων.
Οππότε γάρ πάσησιν ορέξαιτο πραπίδεσσι,
ρείά γε τών όντων πάντων λεύσσεσκεν έκαστα
καί τε δέκ’ ανθρώπων και τ’ είκοσιν αιώνεσσι.»
«Υπάρχει δε ανάμεσά τους κάποιος άνδρας με άπειρες γνώσεις,
ο οποίος είχεν αποκτήσει απροσμέτρητον πνευματικόν πλούτον,
αυθεντία ιδιαίτερα στα κάθε λογής σοφά έργα.
Διότι κάθε φορά που επιστράτευε το πνεύμα του σε όλον του το μεγαλείον,
εύκολα έβλεπε το κάθε τι που υπάρχει
σε δέκα ή ακόμη και σε είκοσι γενεές».